Λασθένης

Λασθένης
Λασθένης
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Λασθένης — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Θηβαίος αθλητής (5oς αι. π.Χ.). Υπήρξε νικητής σε ιπποδρομιακό αγώνα. 2. Ολύνθιος στρατηγός (4oς αι. π.Χ.). Όταν ο Φίλιππος Β’ επιτέθηκε στην Όλυνθο, ο Λ. παραδόθηκε με το ιππικό του και η πόλη πέρασε… …   Dictionary of Greek

  • Λασθένη — Λασθένης masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λασθένην — Λασθένης masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ЛАСФЕН —    • Lasthenes,          Λασθένης, олинфиец, предал свой город Филиппу (в 347 г.), будучи подкуплен им вместе с Евфикатром. Dem. Phil. 3, 125. 128. Оба были впоследствии, по крайней мере до битвы при Херонее, в числе приближенных Филиппа …   Реальный словарь классических древностей

  • όλυνθος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Στρυμόνα, βασιλιά της Θράκης. Ενώ κυνηγούσε, τον κατασπαράξανε λιοντάρια. 2. Γιος του Ηρακλή και της Βολίας, από τον οποίο πήρε την ονομασία της μια πόλη της Χαλκιδικής. 3. Άλλος γιος του Ηρακλή, από τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”